Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πλαστικάριος
πλαστικός
πλάστις
πλαστογραφέω
πλαστογραφία
πλαστογράφος
πλαστοκόμης
πλαστολάλος
πλαστολογέω
πλαστολόγος
πλαστοποιός
πλαστός
πλαστουργέω
πλαστουργία
πλάστρια
πλάστρον
πλαταγέω
πλαταγή
πλατάγημα
πλαταγών
πλαταγωνίζω
View word page
πλαστοποιός
πλαστο-ποιός, ,
A). maker of πλασταί, POxy. 2155.9 (iv A. D.).


ShortDef

maker of πλασταί

Debugging

Headword:
πλαστοποιός
Headword (normalized):
πλαστοποιός
Headword (normalized/stripped):
πλαστοποιος
IDX:
83507
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83508
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πλαστο-ποιός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">maker of</span> <span class="foreign greek">πλασταί</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">POxy.</span> 2155.9 </span> (iv A. D.).</div> </div><br><br>'}