Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πίττα
Πιττάκειος
πιττακιάρχης
πιττακίδιον
πιττακίζω
πιττάκιον
πίτταξις
πιττεύω
πίττινος
πιτύα
πιτυδάνη
πιτύδιον
πιτύινος
πιτυΐς
πιτυκάμπτης
πιτυλεύω
πιτυλίζω
πίτυλος
πιτύνη
πιτυόεις
πιτυοκάμπη
View word page
πιτυδάνη
πιτυδάνη· ἀσκὸς μικρός, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πιτυδάνη
Headword (normalized):
πιτυδάνη
Headword (normalized/stripped):
πιτυδανη
IDX:
83348
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83349
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πιτυδάνη·</span> <span class="foreign greek">ἀσκὸς μικρός</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}