Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πινώτιον
πιοειδής
πίομαι
πῖον
πῖος
πιότης
πιόφυλλος
πιπαλίς
πιπεράδιον
πιπεράς
πίπερι
πιπεροτριβεύς
πιπίσκω
πίπον
πῖπος
πιππίζω
πίπρα
πιπράσκω
πιπτακάριος
πίπτω
πιπώ
View word page
πίπερι
πίπερι,
A). = πέπερι (q. v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πίπερι
Headword (normalized):
πίπερι
Headword (normalized/stripped):
πιπερι
IDX:
83237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83238
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πίπερι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πέπερι</span> (q. v.).</div> </div><br><br>'}