Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πιμελή
πιμελής
πιμελοσαρκοφάγος
πιμελώδης
πιμεντάριος
πιμπλάνομαι
πιμπλάω
Πίμπλεια
πίμπλημι
πίμπρημι
πῖνα
πινακηδόν
πινακιαῖος
πινακιδᾶς
πινακίδιον
πινακικός
πινάκιον
πινακίς
πινακίσκιον
πινακίσκος
πινακογραφέω
View word page
πῖνα
πῖνα, , = πίνη (q.v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πῖνα
Headword (normalized):
πῖνα
Headword (normalized/stripped):
πινα
IDX:
83177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83178
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πῖνα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = <span class="orth greek">πίνη</span> (q.v.).</div><br><br>'}