Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πίλινος
πιλίον
πιλιπής
πιλίσκος
πιλλᾶτος
πιλνάω
πιλοειδής
πιλοποιία
πιλοποιικός
πιλοποιός
πιλός
πῖλος
πιλοφορέω
πιλοφορικός
πιλόφορος
πιλόω
πιλώδης
πίλωσις
πιλωτάριος
πιλωτός
πιμελή
View word page
πιλός
πιλός· κοχλιός, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πιλός
Headword (normalized):
πιλός
Headword (normalized/stripped):
πιλος
IDX:
83157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83158
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πιλός·</span> <span class="foreign greek">κοχλιός</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}