Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πιθήκιον
πιθηκισμός
πιθηκοειδής
πιθηκόμορφος
πίθηκος
Πιθηκοῦσσαι
πιθηκοφαγέω
πιθηκοφόρος
πιθηκώδης
πίθηξ
πιθήσας
πιθίας
πίθιον
πιθίσκος
πιθῖτις
πιθοειδής
πιθοίγια
πιθοκοίτη
πίθος
πιθόω
πιθώδης
View word page
πιθήσας
πιθήσας,
A). v. πείθς . πῖθι, v. πίνω .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πιθήσας
Headword (normalized):
πιθήσας
Headword (normalized/stripped):
πιθησας
IDX:
83098
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83099
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πιθήσας</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">πείθς</span> . <span class="orth greek">πῖθι</span>, v. <span class="ref greek">πίνω</span> .</div> </div><br><br>'}