Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πίεσμα
πιεσμός
πιεστέος
πιεστήρ
πιεστήριος
πιεστός
πίεστρον
πιήεις
πιθάκνη
πίθακος
πιθανεύομαι
πιθανολογέω
πιθανολόγημα
πιθανολογία
πιθανολογική
πιθανολόγος
πιθανοποιέω
πιθανός
πιθανότης
πιθανουργία
πιθανουργικός
View word page
πιθανεύομαι
πῐθᾰνεύομαι, = sq., Artem. 2.32 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πιθανεύομαι
Headword (normalized):
πιθανεύομαι
Headword (normalized/stripped):
πιθανευομαι
IDX:
83067
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83068
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πῐθᾰνεύομαι</span>, = sq., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0553.tlg001:2:32" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0553.tlg001:2.32/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Artem.</span> 2.32 </a>.</div><br><br>'}