Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πέρσειον
περσέπολις
Περσέπολις
Περσετικά
Περσεύς
Περσεφόνη
περσεφόνιον
Περσηΐς
Πέρσης
Περσίζω
περσιθέα
περσικία
περσίκιον
Περσικός
περσικών
πέρσιον
πέρσις
Περσίς
Περσιστί
Περσογενής
Περσοδιώκτης
View word page
περσιθέα
περσιθέα
, epith. of Aphrodite,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
περσιθέα
Headword (normalized):
περσιθέα
Headword (normalized/stripped):
περσιθεα
IDX:
82660
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82661
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περσιθέα</span>, epith. of Aphrodite, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}