Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιφορά
περιφοράδην
περιφοράριος
περιφορέω
περιφόρημα
περιφορητικός
περιφορητός
περιφόρινος
περίφορος
περίφουρνος
περιφραγή
περίφραγμα
περιφράγνυμι
περιφραδής
περιφράζομαι
περιφράκτης
περίφρακτος
περίφραξις
περίφρασις
περιφράσσω
περιφραστικός
View word page
περιφραγή
περιφρᾰγ-ή, ,=sq., Gp. 11.5.4 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιφραγή
Headword (normalized):
περιφραγή
Headword (normalized/stripped):
περιφραγη
IDX:
82486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82487
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιφρᾰγ-ή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,=sq., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Gp.</span> 11.5.4 </span>.</div><br><br>'}