Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιτυπόω
περιυβρίζω
περιυλακτέω
περιύομαι
περιυπνίζω
περίυπνος
περιυφαίνω
περιφαγεῖν
περιφαής
περιφαίνομαι
περιφάλλια
περιφάνεια
περιφανής
περίφαντος
περίφασις
περιφέγγεια
περιφέγγω
περιφείδομαι
περιφέρεια
περιφερής
περιφερόγραμμος
View word page
περιφάλλια
περιφάλλια· πομπὴ Διονύσῳ τελουμένη τῶν φαλλῶν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιφάλλια
Headword (normalized):
περιφάλλια
Headword (normalized/stripped):
περιφαλλια
IDX:
82435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82436
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιφάλλια·</span> <span class="foreign greek">πομπὴ Διονύσῳ τελουμένη τῶν φαλλῶν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}