Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περισφάλεια
περισφαλής
περισφάλλω
περίσφαλσις
περισφαραγέω
περίσφατος
περισφηκόω
περισφίγγω
περίσφιγξις
περισφραγισμός
περισφριγάω
περισφύριος
περισφυρίς
περίσφυρος
περισχαδόν
περίσχεσις
περίσχετος
περισχιδής
περισχίζω
περίσχισις
περισχισμός
View word page
περισφριγάω
περισφρῐγάω,
A). gloss on περιφλίω , Sch. Nic. Al. 62 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περισφριγάω
Headword (normalized):
περισφριγάω
Headword (normalized/stripped):
περισφριγαω
IDX:
82316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82317
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περισφρῐγάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">περιφλίω</span> , Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0022.tlg002:62" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0022.tlg002:62/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Nic.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Al.</span> 62 </a>.</div> </div><br><br>'}