Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περισυλάω
περισυμπλέκω
περισυνάγω
περισυνίσταμαι
περίσυνος
περισυρίττω
περίσυρμα
περισυρμός
περισύρω
περισφαλάω
περισφάλεια
περισφαλής
περισφάλλω
περίσφαλσις
περισφαραγέω
περίσφατος
περισφηκόω
περισφίγγω
περίσφιγξις
περισφραγισμός
περισφριγάω
View word page
περισφάλεια
περισφᾰ/λ-εια, ,
A). slippery nature, χωρίων prob. in Herod. 8.19 .


ShortDef

slippery nature

Debugging

Headword:
περισφάλεια
Headword (normalized):
περισφάλεια
Headword (normalized/stripped):
περισφαλεια
IDX:
82306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82307
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περισφᾰ/λ-εια</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">slippery nature</span>, <span class="foreign greek">χωρίων</span> prob. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0650.tlg001:8:19" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0650.tlg001:8.19/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Herod.</span> 8.19 </a>.</div> </div><br><br>'}