Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περίστροφος
περίστρωμα
περιστρώννυμι
περιστρωφάω
περιστύλιον
περίστυλος
περιστυφελίζομαι
περιστύφω
περίστῳον
περισυγκαταλαμβάνομαι
περισυγχωρέω
περισυλάω
περισυμπλέκω
περισυνάγω
περισυνίσταμαι
περίσυνος
περισυρίττω
περίσυρμα
περισυρμός
περισύρω
περισφαλάω
View word page
περισυγχωρέω
περισυγ-χωρέω,
A). = συγχωρέω , dub. in Mitteis Chr. 31i24 (ii B.C.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περισυγχωρέω
Headword (normalized):
περισυγχωρέω
Headword (normalized/stripped):
περισυγχωρεω
IDX:
82295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82296
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περισυγ-χωρέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">συγχωρέω</span> , dub. in Mitteis <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Chr.</span> 31i24 </span> (ii B.C.).</div> </div><br><br>'}