Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιστήθιον
περιστηλόομαι
περιστηρίζω
περίστια
περιστιγής
περιστίζω
περίστικτος
περιστίλβω
περιστιχάω
περίστιχες
περιστιχίζω
περιστλεγγίζω
περιστόϊον
περιστοιχέω
περιστοιχίζω
περίστοιχος
περιστολάδην
περιστολή
περιστολίζομαι
περιστόμιος
περιστομίς
View word page
περιστιχίζω
περιστῐχ-ίζω, = περιστοιχιζω, A. Ag. 1383 .


ShortDef

to put all round

Debugging

Headword:
περιστιχίζω
Headword (normalized):
περιστιχίζω
Headword (normalized/stripped):
περιστιχιζω
IDX:
82261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82262
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιστῐχ-ίζω</span>, = <span class="itype greek">περιστοιχιζω</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg005.perseus-grc1:1383" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg005.perseus-grc1:1383/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ag.</span> 1383 </a>.</div><br><br>'}