Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
περιστέρνιον
περιστεροειδής
περιστερόεις
περιστεροποιός
περιστεροπώλης
περιστερός
περιστεροτροφεῖον
περιστερότροφος
περιστερώδης
περιστερών
περιστεφανίς
περιστεφανόω
περιστεφής
περιστέφω
περιστήθιον
περιστηλόομαι
περιστηρίζω
περίστια
περιστιγής
περιστίζω
περίστικτος
View word page
περιστεφανίς
περιστεφ-ᾰνίς
,
ίδος
,
ἡ
,
A).
coronary vein
of the hoof,
Hippiatr.
117
.
ShortDef
coronary vein
Debugging
Headword:
περιστεφανίς
Headword (normalized):
περιστεφανίς
Headword (normalized/stripped):
περιστεφανις
IDX:
82247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82248
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιστεφ-ᾰνίς</span>, <span class="itype greek">ίδος</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">coronary vein</span> of the hoof, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Hippiatr.</span> 117 </span>.</div> </div><br><br>'}