Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περισκυθιστής
περισκυλακισμός
περισκυτόω
περισκυφίζω
περισμαραγέω
περισμάω
περίσμημα
περισμήχω
περισμύχω
περισοβέω
περις[ς]ομένη
περισοφίζομαι
περισπαθίζω
περισπαίρω
περίσπασις
περισπασμός
περισπαστέον
περισπαστικός
περισπάω
περισπεῖν
περισπειράω
View word page
περις[ς]ομένη
περις[ς]ομένη· πορθουμένη, Hsch. (leg. περθ-).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περις[ς]ομένη
Headword (normalized):
περις[ς]ομένη
Headword (normalized/stripped):
περις[ς]ομενη
IDX:
82131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82132
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περις[ς]ομένη·</span> <span class="foreign greek">πορθουμένη</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (leg. <span class="itype greek">περθ</span>-).</div><br><br>'}