Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περισείρια
περίσεμνος
περίσεπτος
περίσημος
περισήπομαι
περισθενέω
περισθενής
περισιαλόομαι
περισιγᾶν
περισιδηρόομαι
περισίδηρος
περισκαίρω
περισκάλλω
περισκάπτω
περισκαρίζω
περίσκαψις
περισκελασία
περισκέλεια
περισκελής
περισκελής
περισκελία1
View word page
περισίδηρος
περισῐ/δηρ-ος, ον,
A). cased with iron, D.S. 3.33 .


ShortDef

cased with iron

Debugging

Headword:
περισίδηρος
Headword (normalized):
περισίδηρος
Headword (normalized/stripped):
περισιδηρος
IDX:
82085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-82086
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περισῐ/δηρ-ος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cased with iron</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0060.tlg001.perseus-grc3:3:33" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0060.tlg001.perseus-grc3:3.33/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">D.S.</span> 3.33 </a>.</div> </div><br><br>'}