Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιπορεύομαι
περιπορπάομαι
περιπόρπημα
περιπόρφυρος
περιπορφυρόσημος
περιπορφύρω
περιποτάομαι
περίποτος
περίπου
περίπους
περιπρακτορία
περίπρησις
περιπρό
περιπροβάλλω
περιπροθέω
περιπροχέομαι
περιπρωκτιάω
περιπταίω
περιπτέρνια
περιπτερνίς
περίπτερος
View word page
περιπρακτορία
περιπρακτορία, ,
A). district for purposes of taxation, PMasp. 9 ii 20 (vi A. D.).


ShortDef

district for purposes of taxation

Debugging

Headword:
περιπρακτορία
Headword (normalized):
περιπρακτορία
Headword (normalized/stripped):
περιπρακτορια
IDX:
81994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81995
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιπρακτορία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">district for purposes of taxation,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PMasp.</span> 9 ii 20 </span> (vi A. D.).</div> </div><br><br>'}