Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιπόλησις
περιπολίζω
περιπόλιον
περιπόλιος
περίπολις
περιπόλισμα
περιπολιστικός
περιπολλόν
περίπολος
περιπομπεύω
περιπομπή
περιπονέω
περιπόνηρος
περιπορεία
περιπορεύομαι
περιπορπάομαι
περιπόρπημα
περιπόρφυρος
περιπορφυρόσημος
περιπορφύρω
περιποτάομαι
View word page
περιπομπή
περιπομπή, ,
A). sending round about, Sch. A. Eu. 11 .


ShortDef

sending round about

Debugging

Headword:
περιπομπή
Headword (normalized):
περιπομπή
Headword (normalized/stripped):
περιπομπη
IDX:
81980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81981
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιπομπή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">sending round about</span>, Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg007.perseus-grc1:11" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg007.perseus-grc1:11/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Eu.</span> 11 </a>.</div> </div><br><br>'}