Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιπνευμονία
περιπνέω
περιπνιγή
περιπνιγής
περιπνίγω
περιπνοή
περίπνοος
περιπόδιος
περιπόθητος
περιποιέω
περιποίημα
περιποίησις
περιποιητικός
περιποιητός
περιποικίλλομαι
περιποίκιλος
περιποιπνύω
περιπολάζω
περιπολαῖος
περιπολάρχης
περιπολεύω
View word page
περιποίημα
περιποί-ημα, ατος, τό,
A). acquisition, Vett. Val. 90.7 .


ShortDef

acquisition

Debugging

Headword:
περιποίημα
Headword (normalized):
περιποίημα
Headword (normalized/stripped):
περιποιημα
IDX:
81957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81958
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιποί-ημα</span>, <span class="itype greek">ατος</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">acquisition</span>, Vett. Val.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg001:90:7" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg001:90.7/canonical-url/"> 90.7 </a>.</div> </div><br><br>'}