Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περίπλεκτος
περιπλέκω
περίπλεξις
περίπλεος
περιπλευμονία
περιπλευμονιακός
περιπλευμονιάω
περιπλευμονικός
περιπλευρίζω
περιπλευριτικός
περίπλευρος
περιπλέω
περίπλεως
περιπληθής
περιπλήθω
περιπλίγδην
περίπλικτος
περιπλίξ
περιπλίσσομαι
περιπλοκάδην
περιπλοκάς
View word page
περίπλευρος
περίπλευρ-ος, ον,
A). covering the sides, κύτος E. El. 472 (lyr.).


ShortDef

covering the side

Debugging

Headword:
περίπλευρος
Headword (normalized):
περίπλευρος
Headword (normalized/stripped):
περιπλευρος
IDX:
81926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81927
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περίπλευρ-ος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">covering the sides</span>, <span class="quote greek">κύτος</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0006.tlg012.perseus-grc1:472" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0006.tlg012.perseus-grc1:472/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">E.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">El.</span> 472 </a> (lyr.).</div> </div><br><br>'}