Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιπλάνιος
περίπλασις
περιπλάσσω
περιπλαστεύω
περιπλαταγέω
περιπλέγδην
περίπλεγμα
περιπλέγνυμαι
περίπλειος
περιπλέκεια
περιπλεκής
περιπλεκτέον
περιπλεκτικός
περίπλεκτος
περιπλέκω
περίπλεξις
περίπλεος
περιπλευμονία
περιπλευμονιακός
περιπλευμονιάω
περιπλευμονικός
View word page
περιπλεκής
περιπλεκ-ής, ές,
A). = περίπλεκτος , Nonn. D. 12.199 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιπλεκής
Headword (normalized):
περιπλεκής
Headword (normalized/stripped):
περιπλεκης
IDX:
81913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81914
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιπλεκ-ής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">περίπλεκτος</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2045.tlg001.perseus-grc1:12:199" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2045.tlg001.perseus-grc1:12.199/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Nonn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">D.</span> 12.199 </a>.</div> </div><br><br>'}