Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιπιλέω
περιπίμελος
περιπίμπλαμαι
περιπίμπρημι
περιπιπράσκω
περιπίπτω
περιπίσματα
περιπίτνω
περιπλανάομαι
περιπλανής
περιπλάνησις
περιπλανία
περιπλάνιος
περίπλασις
περιπλάσσω
περιπλαστεύω
περιπλαταγέω
περιπλέγδην
περίπλεγμα
περιπλέγνυμαι
περίπλειος
View word page
περιπλάνησις
περιπλᾰ/ν-ησις, εως, ,
A). wandering about, ib. 520f (pl.).


ShortDef

wandering about

Debugging

Headword:
περιπλάνησις
Headword (normalized):
περιπλάνησις
Headword (normalized/stripped):
περιπλανησις
IDX:
81901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81902
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιπλᾰ/ν-ησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">wandering about</span>, ib.<span class="bibl"> 520f </span> (pl.).</div> </div><br><br>'}