Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περίπικρος
περιπιλέω
περιπίμελος
περιπίμπλαμαι
περιπίμπρημι
περιπιπράσκω
περιπίπτω
περιπίσματα
περιπίτνω
περιπλανάομαι
περιπλανής
περιπλάνησις
περιπλανία
περιπλάνιος
περίπλασις
περιπλάσσω
περιπλαστεύω
περιπλαταγέω
περιπλέγδην
περίπλεγμα
περιπλέγνυμαι
View word page
περιπλανής
περιπλᾰν-ής, ές,
A). wandering about, Plu. 2.1001e .


ShortDef

wandering about

Debugging

Headword:
περιπλανής
Headword (normalized):
περιπλανής
Headword (normalized/stripped):
περιπλανης
IDX:
81900
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81901
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περιπλᾰν-ής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">wandering about</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.1001e </span>.</div> </div><br><br>'}