Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πέριξ
περιξαίνομαι
περιξεστός
περιξέω
περιξηραίνομαι
περίξηρος
περιξυράω
περίξυσις
περίξυσμα
περιξυστήρ
περιξύστης
περιξύω
περίογκος
περιοδεία
περιοδεύσιμος
περιόδευσις
περιοδευτής
περιοδευτικός
περιοδεύω
περιοδία
περιοδίζω
View word page
περιξύστης
περι-ξύστης, ου, , = foreg., Hermes 38.283 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιξύστης
Headword (normalized):
περιξύστης
Headword (normalized/stripped):
περιξυστης
IDX:
81752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81753
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περι-ξύστης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, = foreg., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Hermes</span> 38.283 </span>.</div><br><br>'}