Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιμολυβδοχοέω
περιμοτόω
περιμοχθέω
περιμυδάω
περιμυκάομαι
περιμυκής
περιμύρομαι
περιναιετάω
περιναιέτης
περίναιον
περινάϊος
περιναίω
περιναύτιος
περινάω
περινέμομαι
περινενοημένως
περίνεος
περίνευσις
περινεύω
περινέφελος
περίνεφρος
View word page
περινάϊος
περινάϊος [ᾱ],,
A). round the temple, στοαί IPE 2.352 (Phanagoria).


ShortDef

round the temple

Debugging

Headword:
περινάϊος
Headword (normalized):
περινάϊος
Headword (normalized/stripped):
περιναιος
IDX:
81711
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81712
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περινάϊος</span> [<span class="foreign greek">ᾱ],</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">round the temple</span>, <span class="quote greek">στοαί</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IPE</span> 2.352 </span> (Phanagoria).</div> </div><br><br>'}