Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περικύκλησις
περικύκλιον
περικυκλόω
περικύκλωσις
περικυλινδέω
περικύλισις
περικυμαίνω
περικύμων
περικυρτόομαι
περίκυρτος
περικυτόω
περικυφόομαι
περίκυφος
περικωδωνίσαι
περικωκύω
περικωμάζω
περικωνέω
περιλαβεύς
περιλακίζω
περιλαλέω
περιλάλημα
View word page
περικυτόω
περικῠτόω,(κύτος)
A). cover with leather, Suid. s.v. κύτος .


ShortDef

cover with leather

Debugging

Headword:
περικυτόω
Headword (normalized):
περικυτόω
Headword (normalized/stripped):
περικυτοω
IDX:
81613
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81614
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περικῠτόω</span>,(<span class="etym greek">κύτος</span>) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cover with leather</span>, Suid. s.v. <span class="ref greek">κύτος</span> .</div> </div><br><br>'}