Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περικάτω
περικατωτροπή
περίκαυσις
περικαυστέον
περίκαυστος
περικάω
περίκειμαι
περικειμένως
περικείρω
περικεκαλυμμένως
περικεκλεισμένως
περικέλλιον
περικεντέω
περικεράννυμι
περικεράω
περικερδής
περικεφάλαιος
περικέφαλον
περικήδομαι
περίκηλος
περίκηπος
View word page
περικεκλεισμένως
περικεκλεισμένως, Adv.
A). self-containedly, Gal. Phil.Hist. 33 .


ShortDef

self-containedly

Debugging

Headword:
περικεκλεισμένως
Headword (normalized):
περικεκλεισμένως
Headword (normalized/stripped):
περικεκλεισμενως
IDX:
81498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81499
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περικεκλεισμένως</span>, Adv. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">self-containedly</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0530.tlg042:33" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0530.tlg042:33/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Phil.Hist.</span> 33 </a>.</div> </div><br><br>'}