Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περικαθεζόμενος
περικάθημαι
περικαθίεμαι
περικαθίζω
περικάθισις
περικαθίσταμαι
περικαίνυμαι
περικαίω
περικακέω
περικάκησις
περίκακος
περικαλαμῖτις
περικαλίνδησις
περικαλλής
Περικαλλίμαχοι
περικάλυμμα
περικαλυπτέα
περικαλύπτω
περικαλυφή
περικάμνω
περικαμπή
View word page
περίκακος
περίκᾰκ-ος, ον,
A). very bad, Ptol. Tetr. 68 .


ShortDef

very bad

Debugging

Headword:
περίκακος
Headword (normalized):
περίκακος
Headword (normalized/stripped):
περικακος
IDX:
81450
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81451
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περίκᾰκ-ος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">very bad</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0363.tlg007:68" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0363.tlg007:68/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ptol.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Tetr.</span> 68 </a>.</div> </div><br><br>'}