Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περικαθάπτω
περικαθαρίζω
περικάθαρμα
περικάθαρσις
περικαθαρτήρια
περικαθαρτής
περικαθεζόμενος
περικάθημαι
περικαθίεμαι
περικαθίζω
περικάθισις
περικαθίσταμαι
περικαίνυμαι
περικαίω
περικακέω
περικάκησις
περίκακος
περικαλαμῖτις
περικαλίνδησις
περικαλλής
Περικαλλίμαχοι
View word page
περικάθισις
περικάθ-ισις, εως, ,
A). siege, ib.


ShortDef

siege

Debugging

Headword:
περικάθισις
Headword (normalized):
περικάθισις
Headword (normalized/stripped):
περικαθισις
IDX:
81444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81445
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περικάθ-ισις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">siege</span>, ib.</div> </div><br><br>'}