Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιθετέον
περίθετος
περιθέω
περιθεωρέω
περιθήκη
περίθημα
περίθλασις
περιθλάω
περιθλίβω
περιθνήσκω
περίθραυσις
περιθραύω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθριξ
περιθρομβόομαι
περιθρόνιος
περιθρυλέω
περιθρύλητος
περιθρύπτω
View word page
περίθραυσις
περί-θραυσις, εως, ,
A). gloss on ἀγμούς , EM 11.47 (pl.); cf. παράθραυσις.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περίθραυσις
Headword (normalized):
περίθραυσις
Headword (normalized/stripped):
περιθραυσις
IDX:
81394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81395
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περί-θραυσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">ἀγμούς</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:11:47" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:11.47/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 11.47 </a> (pl.); cf. <span class="foreign greek">παράθραυσις</span>.</div> </div><br><br>'}