Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
περιδαπανάομαι
περιδαρδάπτω
περιδέεια
περιδεής
περιδείδια
περιδεικνύω
περίδειλος
περιδεινον
περιδειπνέω
περίδειπνον
περιδειρίδιον
περίδειρον
περιδέξιος
περιδέραιος
περιδερίς
περιδέρκομαι
περιδέρω
περίδεσις
περιδεσμεύω
περιδέσμιος
περίδεσμος
View word page
περιδειρίδιον
περι-δειρίδιον
,
τς
,(
δειρή
)
A).
necklet,
IG
11(2).161
B
42
(Delos, iii B. C.).
ShortDef
necklet
Debugging
Headword:
περιδειρίδιον
Headword (normalized):
περιδειρίδιον
Headword (normalized/stripped):
περιδειριδιον
IDX:
81229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81230
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περι-δειρίδιον</span>, <span class="itype greek">τς</span>,(<span class="etym greek">δειρή</span>) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">necklet,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">IG</span> 11(2).161 </span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">B</span> 42 </span> (Delos, iii B. C.).</div> </div><br><br>'}