Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιγογγύζω
περιγομφάομαι
περίγομφος
περιγονατίς
περίγρα
περίγραμμα
περιγραπτέον
περίγραπτος
περιγραφεύς
περιγραφή
περιγραφικός
περιγράφιον
περιγράφω
περιγῦρεύω
περιγυρίς
περιγώνιον
περιδαίδαλος
περιδάϊος
περιδαίω
περίδακρυς
περιδάμναμαι
View word page
περιγραφικός
περι-γρᾰφικός, , όν,
A). indicating a conclusion, σύνδεσμοι prob. in A.D. Conj. 253.18 .


ShortDef

indicating a conclusion

Debugging

Headword:
περιγραφικός
Headword (normalized):
περιγραφικός
Headword (normalized/stripped):
περιγραφικος
IDX:
81208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81209
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περι-γρᾰφικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">indicating a conclusion</span>, <span class="foreign greek">σύνδεσμοι</span> prob. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0082.tlg003:253:18" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0082.tlg003:253.18/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.D.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Conj.</span> 253.18 </a>.</div> </div><br><br>'}