Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιγλωττίς
περιγλώχιν
περιγνάμπτω
περιγογγύζω
περιγομφάομαι
περίγομφος
περιγονατίς
περίγρα
περίγραμμα
περιγραπτέον
περίγραπτος
περιγραφεύς
περιγραφή
περιγραφικός
περιγράφιον
περιγράφω
περιγῦρεύω
περιγυρίς
περιγώνιον
περιδαίδαλος
περιδάϊος
View word page
περίγραπτος
περί-γραπτος, ον,
A). circumscribed, ἐκ περιγράπτου Th. 7.49 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περίγραπτος
Headword (normalized):
περίγραπτος
Headword (normalized/stripped):
περιγραπτος
IDX:
81205
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81206
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περί-γραπτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">circumscribed</span>, <span class="quote greek">ἐκ περιγράπτου</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:7:49" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:7.49/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Th.</span> 7.49 </a> .</div> </div><br><br>'}