Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

περιαλλόκαυλος
περιάλλομαι
περίαλλος
περίαλλος
περιαλουργός
περιαμάομαι
περιαμαρτίζω
περιαμαρτισμός
περίαμμα
περιάμπαξ
περιαμπέτιξ
περιαμπέχω
περιαμύνω
περιαμύσσω
περιαμφιέννυμι
περιαμφίς
περιάμφοδος
περιαναγκάζω
περιαναιρέω
περιανθέω
περιανθής
View word page
περιαμπέτιξ
περι-αμπέτιξ, = foreg., ib. 67 , al.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιαμπέτιξ
Headword (normalized):
περιαμπέτιξ
Headword (normalized/stripped):
περιαμπετιξ
IDX:
81068
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-81069
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">περι-αμπέτιξ</span>, = foreg., ib.<span class="bibl"> 67 </span>, al.</div><br><br>'}