Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πεντηκοντατρεῖς
πεντηκοντάχοος
πεντηκόντερος
πεντηκοντήρ
πεντηκοντήρης
πεντηκοντηρικὰ
πεντηκοντόγυος
πεντηκοντομέσοδμος
πεντηκοντόργυιος
πεντηκόντορος
πεντηκοντόστολον
πεντηκοντούτης
πεντηκοντοφύλαξ
πεντηκόσιοι
πεντηκοσταῖος
πεντηκόσταρχος
πεντηκοστεύομαι
πεντηκοστή
πεντηκοστήρ
πεντηκοστόεκτος
πεντηκοστολογέω
View word page
πεντηκοντόστολον
πεντηκοντόστολον·
ὅπου οἱ δραπέται ἀνάγονται
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πεντηκοντόστολον
Headword (normalized):
πεντηκοντόστολον
Headword (normalized/stripped):
πεντηκοντοστολον
IDX:
80846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-80847
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πεντηκοντόστολον·</span> <span class="foreign greek">ὅπου οἱ δραπέται ἀνάγονται</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}