Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πεντάρουρος
πεντάρραβδος
πεντάρραγος
πενταρταβία
πενταρταβιαῖος
πενταρχία
πεντάς
πεντάσημος
πεντάσκαλμος
πεντασπίθαμος
πεντασταδιαῖος
πενταστάδιος
πενταστάτηρος
πεντάστιχος
πεντάστοιχος
πεντάστομος
πεντασυλλαβία
πεντασυλλάβως
πεντασύριγγος
πεντάσχημος
πεντάσχοινος
View word page
πεντασταδιαῖος
πεντα-στᾰδιαῖος
,
α
,
ον
, = sq.,
Luc.
VH
1.40
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πεντασταδιαῖος
Headword (normalized):
πεντασταδιαῖος
Headword (normalized/stripped):
πεντασταδιαιος
IDX:
80724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-80725
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πεντα-στᾰδιαῖος</span>, <span class="itype greek">α</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Luc.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">VH</span> 1.40 </span>.</div><br><br>'}