Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παροδεύω
παροδία
παροδικός
παρόδιος
παροδίτης
παροδοιπόρος
παροδοποιέω
πάροδος
πάροδος
παροδύρομαι
παροδώτης
παροίγνυμι
παροιδαίνω
παροιδέω
παροίδησις
παροιδίσκω
πάροιθα
πάροιθε
παροικεσία
παροικέω
παροίκησις
View word page
παροδώτης
παροδώτης, ου, ,
A). = παροδίτης , IG 7.2852 (Haliartus).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παροδώτης
Headword (normalized):
παροδώτης
Headword (normalized/stripped):
παροδωτης
IDX:
79672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-79673
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παροδώτης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">παροδίτης</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 7.2852 </span> (Haliartus).</div> </div><br><br>'}