Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
παρηγοναῖς
παρηγορέω
παρηγόρημα
παρηγορητέον
παρηγορητικός
παρηγορία
παρηγορικός
παρήγορος
παρηδύνω
παρηθέω
παρήθημα
παρηϊάς
παρήϊον
παρηΐς
παρηκουσμένως
παρήκτης
παρήκω
παρῆλιξ
παρήλιος
παρηλλαγμένως
πάρημαι
View word page
παρήθημα
παρήθ-ημα
,
ατος
,
τό
,
A).
filterings
,
Id.
19.85
.
ShortDef
filterings
Debugging
Headword:
παρήθημα
Headword (normalized):
παρήθημα
Headword (normalized/stripped):
παρηθημα
IDX:
79537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-79538
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παρήθ-ημα</span>, <span class="itype greek">ατος</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">filterings</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 19.85 </span>.</div> </div><br><br>'}