Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παράφημι
παραφθαδόν
παραφθάνω
παραφθέγγομαι
παραφθεγκτήρια
παράφθεγμα
παραφθείρω
παραφθορά
παραφίημι
παραφιλάγαθος
παραφίμωσις
παραφλόγισμα
παραφλυαρέω
παραφομοιόω
παραφορά
παραφορέω
παραφορμά
παράφορος
παραφορότης
παραφορτίζομαι
παράφραγμα
View word page
παραφίμωσις
παραφίμωσις,
A). v. περιφίμωσις .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραφίμωσις
Headword (normalized):
παραφίμωσις
Headword (normalized/stripped):
παραφιμωσις
IDX:
79019
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-79020
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραφίμωσις</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">περιφίμωσις</span> .</div> </div><br><br>'}