Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παρασυγχέω
παρασυγχωρέω
παρασυζεύγνυμι
παρασυκοφαντέω
παρασυλλέγομαι
παρασυλλογιστικός
παρασυμβάλλομαι
παρασύμβαμα
παρασυνάγχη
παρασυναγωγή
παρασύναξις
παρασυναπτικὸς
παρασυνάπτομαι
παρασυνεργός
παρασύνεσις
παρασυνήθως
παρασύνθετος
παρασύνθημα
παρασυνίσταμαι
παρασυρίζω
παράσυρμα
View word page
παρασύναξις
παρασύν-αξις, εως, ,
A). clandestine religious assembly, Cod.Just. 1.5.8.3 , 5 .


ShortDef

clandestine religious assembly

Debugging

Headword:
παρασύναξις
Headword (normalized):
παρασύναξις
Headword (normalized/stripped):
παρασυναξις
IDX:
78845
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78846
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παρασύν-αξις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">clandestine religious assembly,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cod.Just.</span> 1.5.8.3 </span>,<span class="bibl"> 5 </span>.</div> </div><br><br>'}