Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παράστραβος
παραστρατεύομαι
παραστρατηγέω
παραστρατηγία
παραστρατοπεδεύω
παράστρεμμα
παραστρέφω
παραστρόγγυλος
παραστροφή
παραστροφίς
παραστρώννυμι
παραστρωφάω
παραστύφω
παρασυγγραφέω
παρασυγχέω
παρασυγχωρέω
παρασυζεύγνυμι
παρασυκοφαντέω
παρασυλλέγομαι
παρασυλλογιστικός
παρασυμβάλλομαι
View word page
παραστρώννυμι
παραστρώννυμι,
A). v. παραστορέννυμι .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραστρώννυμι
Headword (normalized):
παραστρώννυμι
Headword (normalized/stripped):
παραστρωννυμι
IDX:
78831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78832
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραστρώννυμι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">παραστορέννυμι</span> .</div> </div><br><br>'}