Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παρασημαντέον
παρασημαντικός
παρασημασία
παρασημεῖον
παρασημειόομαι
παρασημείωσις
παρασημειωτέον
παράσημον
παράσημος
παρασιγάω
παράσιμος
παράσιρον
παρασιτέω
παρασίτησις
παρασιτία
παρασιτικός
παρασίτιον
παράσιτος
παρασιωπάω
παρασιώπησις
παρασιωπητέον
View word page
παράσιμος
παράσῑμος, ον,
A). = ὑπόσιμος , Cat.Cod.Astr. 7.91 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παράσιμος
Headword (normalized):
παράσιμος
Headword (normalized/stripped):
παρασιμος
IDX:
78733
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78734
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παράσῑμος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ὑπόσιμος</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 7.91 </span>.</div> </div><br><br>'}