Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραρραίνω
παράρραμμα
παραρράπτομαι
παραρρέγχω
παραρρέω
παραρρήγνυμι
παράρρηξις
παράρρησις
παραρρητός
παραρριγόω
παραρρινάω
παραρρίπτω
παραρροή
παραρροιζέομαι
παράρροος
παράρρυθμος
παραρρυΐσκομαι
παράρρυμα
παραρρυπόω
παράρρυσις
παραρτάω
View word page
παραρρινάω
παραρρῑνάω,
A). clip coin,[ τετράδραχμον] παρερρινημένον IG 11(2).158 A 5 (Delos, iii B. C.).


ShortDef

clip

Debugging

Headword:
παραρρινάω
Headword (normalized):
παραρρινάω
Headword (normalized/stripped):
παραρριναω
IDX:
78691
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78692
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραρρῑνάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">clip</span> coin,[ <span class="quote greek">τετράδραχμον] παρερρινημένον</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 11(2).158 </span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">A</span> 5 </span> (Delos, iii B. C.).</div> </div><br><br>'}