Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραπράσσω
παραπρεσβεία
παραπρεσβευτής
παραπρεσβεύω
παράπρημα
παράπρισις
παράπρισμα
παραπρόειμι
παραπροθεσμία
παραπρολέγω
παραπρονοέω
παραπροσδέχομαι
παραπροσέχω
παραπροσποιέομαι
παραπροσποίησις
παραπροστάτης
παραπροσωπίς
παραπροχέομαι
παραπρυτανεύω
παραπρύτανις
παράπταισμα
View word page
παραπρονοέω
παραπρο-νοέω,
A). consider beforehand, Hsch.


ShortDef

consider beforehand

Debugging

Headword:
παραπρονοέω
Headword (normalized):
παραπρονοέω
Headword (normalized/stripped):
παραπρονοεω
IDX:
78645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78646
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραπρο-νοέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">consider beforehand</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}