Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραπόδιος
παραποδισμός
παραποδιστός
παραποδύομαι
παραποθνήσκω
παραποιέω
παραποίησις
παραπολαύω
παραπόλλυμι
παραπολύ
παραπομένω
παραπομπεύω
παραπομπή
παραπομπικά
παραπόμπιμος
παραπομπός
παραπόντιος
παραπορεύομαι
παραπορθμεύω
παραπόρφυρος
παραποτάμιος
View word page
παραπομένω
παραπομένω,
A). remain with, Lyd. Mag. 1.12 , 2.13 .


ShortDef

remain with

Debugging

Headword:
παραπομένω
Headword (normalized):
παραπομένω
Headword (normalized/stripped):
παραπομενω
IDX:
78622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78623
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραπομένω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">remain with</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Lyd.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Mag.</span> 1.12 </span>,<span class="bibl"> 2.13 </span>.</div> </div><br><br>'}