Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παράπεισις
παραπειστέον
παραπειστικός
παραπελεκάομαι
παραπεμπτέος
παραπέμπω
παράπεμψις
παραπεπλεγμένως
παραπεριπατέω
παραπέρνημι
παραπέσσια
παραπέταλος
παραπετάννυμαι
παραπέτασμα
παραπέτομαι
παραπεφυλαγμένως
παράπηγμα
παραπήγνυμι
παραπηδάω
παραπηκτέον
παραπηλωτός
View word page
παραπέσσια
παραπέσσια, τά,(πεσσός)
A). buildings abutting on larger buildings, Cod.Just. 8.11.14 .


ShortDef

buildings abutting on larger buildings

Debugging

Headword:
παραπέσσια
Headword (normalized):
παραπέσσια
Headword (normalized/stripped):
παραπεσσια
IDX:
78549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78550
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραπέσσια</span>, <span class="gen greek">τά</span>,(<span class="etym greek">πεσσός</span>) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">buildings abutting on larger buildings,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cod.Just.</span> 8.11.14 </span>.</div> </div><br><br>'}