Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραλογισμός
παραλογιστής
παραλογιστικός
παράλογος
παράλοιπος
παραλοξαίνομαι
παράλοξος
πάραλος
παραλοῦμαι
παραλουργής
παραλουργίδιον
παραλουργίς
παραλουργός
παραλοφία
παραλοχίζω
παράλπιος
παραλυκίζω
παραλυπέω
παράλυπρος
παράλυσις
παραλυτέον
View word page
παραλουργίδιον
παρᾰλουργ-ίδιον, τό, Dim. of sq., IG 22.1514.54 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραλουργίδιον
Headword (normalized):
παραλουργίδιον
Headword (normalized/stripped):
παραλουργιδιον
IDX:
78362
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78363
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παρᾰλουργ-ίδιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of sq., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 22.1514.54 </span>.</div><br><br>'}