Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παρακρέμαμαι
παρακρεμάννυμι
παράκρημνος
παρακρίνω
παρακριτής
παρακροάομαι
παρακρόασις
παρακροκίζω
παρακροτέω
παράκρουσις
παρακρουσιχοίνικος
παράκρουσμα
παρακρουστικός
παράκρουστος
παρακρούω
παρακρύπτω
παράκρυψις
παρακρώζω
παρακταῖος
παρακτάομαι
παρακτέον
View word page
παρακρουσιχοίνικος
παρα-κρουσῐχοίνῐκος, ον,
A). striking off too much from the top of the measure (cf. παρακρούω VII), Com.Adesp. 1104 .


ShortDef

striking off too much from the top of the measure

Debugging

Headword:
παρακρουσιχοίνικος
Headword (normalized):
παρακρουσιχοίνικος
Headword (normalized/stripped):
παρακρουσιχοινικος
IDX:
78262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78263
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παρα-κρουσῐχοίνῐκος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">striking off too much from the top of the measure</span> (cf. <span class="foreign greek">παρακρούω</span> VII), <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Com.Adesp.</span> 1104 </span>.</div> </div><br><br>'}