Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παρακαταθετέον
παρακαταθήκη
παρακαταθνῄσκω
παρακατάκειμαι
παρακατακλίνω
παρακαταλείπω
παρακαταλέχομαι
παρακαταλογή
παρακαταπήγνυμι
παρακατασκευάζω
παρακατάστασις
παρακατάσχεσις
παρακατατίθημι
παρακαταχράομαι
παρακάτειμι
παρακατεσθίω
παρακατέχω
παρακατηγόρημα
παρακατοικίζω
παρακατορύσσω
παρακαττύω
View word page
παρακατάστασις
παρακατά-στᾰσις, εως, ,
A). = παρακαταβολή , AB 290 , Phot., EM 653.3 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρακατάστασις
Headword (normalized):
παρακατάστασις
Headword (normalized/stripped):
παρακαταστασις
IDX:
78119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78120
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παρακατά-στᾰσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">παρακαταβολή</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">AB</span> 290 </span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phot.</span>, <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 653.3 </span>.</div> </div><br><br>'}